Προκαλεί κατάθλιψη η ζάχαρη ή όχι;
Τελικά, τα προϊόντα που περιέχουν ζάχαρη και μας κάνουν να νιώθουμε καλύτερα πώς συνδέονται με την εμφάνιση μιας ασθένειας που χαρακτηρίζεται από μελαγχολία (κατάθλιψη); Ποιος μηχανισμός οδηγεί εκεί; Πόση ζάχαρη που λαμβάνουμε είναι «αρκετή» και πόση «υπερβολική»;
Κατάθλιψη
Η κατάθλιψη είναι μια ψυχική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από χαμηλή διάθεση που επηρεάζει τη συμπεριφορά, τη σκέψη και το συναισθηματικό κόσμο ενός ανθρώπου. Αφορά περισσότερους από 330 εκατομμύρια ανθρώπους όλων των ηλικιών (ισοδύναμο με περίπου το 4,4% του παγκόσμιου πληθυσμού). Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, μέχρι το 2030 η κατάθλιψη θα συμβάλει πρωτίστως στην παγκόσμια επιβάρυνση των ασθενειών. Τα άτομα με κατάθλιψη συχνά βιώνουν απώλεια κινήτρων ή ενδιαφέροντος ή μειωμένη ευχαρίστηση ή χαρά από εμπειρίες που κανονικά θα τους έφερναν ευχαρίστηση ή χαρά. Τα άτομα αυτά μπορεί να έχουν αισθήματα κατάθλιψης ή απελπισίας και μπορεί να έχουν σκέψεις αυτοκτονίας. Μπορεί να είναι είτε βραχυπρόθεσμα είτε μακροπρόθεσμα.
Ζάχαρη και ψυχική υγεία
Σε παλαιότερο άρθρο είχαμε ασχοληθεί με το πως η ζάχαρη επηρεάζει γενικά την ψυχική μας υγεία και πιο συγκεκριμένα αυτή των ανδρών (ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ). Σύμφωνα με το άρθρο οι άνδρες με υψηλή πρόσληψη ζάχαρης έχουν αυξημένη πιθανότητα κοινών ψυχικών διαταραχών (όπως άγχος και κατάθλιψη) μετά από πέντε χρόνια σε σύγκριση με εκείνους με χαμηλή πρόσληψη, σύμφωνα με την έρευνα του University College of London (UCL).
Ζάχαρη και κατάθλιψη
Μια πιο πρόσφατη έρευνα συσχέτισε την πρόσληψη ζάχαρης και της εμφάνισης κατάθλιψης σε ενήλικο πληθυσμό στις ΗΠΑ.
Μετά την προσαρμογή για άλλους παράγοντες, αυτή η σχέση βρέθηκε να είναι γραμμική και ο κίνδυνος κατάθλιψης αυξανόταν με υψηλότερη πρόσληψη ζάχαρης από τη διατροφή.
Οι λεπτομέρειες των μηχανισμών που διέπουν τη σχέση μεταξύ της διατροφικής πρόσληψης ζάχαρης και της κατάθλιψης πρέπει να διερευνηθούν περαιτέρω και μπορεί να υπάρχουν πολλές πιθανές εξηγήσεις. Οι ανωμαλίες στη σύνθεση και το μεταβολισμό των νευροδιαβιβαστών μονοαμίνης, οι οποίοι περιλαμβάνουν κυρίως 5-υδροξυτρυπταμίνη (5-HT), ντοπαμίνη (DA) και νορεπινεφρίνη (NE), συνδέονται στενά με την κατάθλιψη. Σε μελέτες σε ζώα, η ζάχαρη έχει βρεθεί ότι προκαλεί περισσότερα συμπτώματα κατάθλιψης από τις εθιστικές ουσίες. Επιπλέον, έχουν εντοπιστεί ομοιότητες και επικαλύψεις μεταξύ της κατάχρησης ναρκωτικών και της ζάχαρης. Αυτό μπορεί να σχετίζεται με τους υποδοχείς ντοπαμίνης (DA).
Πειράματα έχουν δείξει ότι μια δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη μπορεί να μειώσει τον αυξητικό παράγοντα και τον νευροτροφικό παράγοντα που προέρχεται από τον εγκέφαλο (BDNF).
Επιπλέον, η υπερβολική διατροφική πρόσληψη ζάχαρης μπορεί να οδηγήσει σε μεταβολικές διαταραχές και να αυξήσει τα επίπεδα των φλεγμονωδών μεσολαβητών και των προφλεγμονωδών κυτοκινών σε διάφορους ιστούς. Όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο φλεγμονής, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος κατάθλιψης και αντίστασης στη θεραπεία. Οι Bernier et al. έχουν δείξει ότι οι ασθενείς με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή (MDD) εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) και έχουν ένα διατροφικό πρότυπο υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά και ζάχαρη, το οποίο μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση φλεγμονωδών καταστάσεων. Οι προφλεγμονώδεις κυτοκίνες μεταβάλλουν την παραγωγή, το μεταβολισμό και τη μεταφορά νευροδιαβιβαστών που επηρεάζουν συνεργιστικά τη διάθεση, συμπεριλαμβανομένης της ντοπαμίνης, του γλουταμινικού και του ορού. Βασικές μελέτες έχουν δείξει ότι η ενεργοποίηση του φλεγμονώδους μικρογλοιακού NLRP3 μεσολαβεί σε συμπεριφορά παρόμοια με την κατάθλιψη που προκαλείται από διαβήτη πυροδοτώντας νευροφλεγμονή.
Η βασική έρευνα προτείνει ότι η συμπεριφορά παρόμοια με την κατάθλιψη που προκαλείται από διαβήτη τύπου 2 μπορεί να βελτιωθεί με τη μείωση της αντίστασης στην ινσουλίνη, της φλεγμονής και τη βελτίωση της δυσλειτουργίας του άξονα HPA. Για να προσδιοριστεί η αιτιώδης σχέση μεταξύ της αντίστασης στην ινσουλίνη και του κινδύνου εμφάνισης κατάθλιψης, σε μια ολλανδική μελέτη που προέβλεψε τη συχνότητα εμφάνισης μείζονος κατάθλιψης χρησιμοποιώντας τρεις μετρήσεις αντίστασης στην ινσουλίνη, η ανάπτυξη προδιαβήτη μεταξύ της εγγραφής και της επίσκεψης μελέτης δυο ετών συσχετίστηκε θετικά. Αυτά τα ευρήματα μπορεί να έχουν πρακτική αξία στην αξιολόγηση του κινδύνου ανάπτυξης μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής σε ασθενείς με αντίσταση στην ινσουλίνη ή μεταβολική παθολογία.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα ορισμένων από τις υπάρχουσες έρευνες και τους πιθανούς μηχανισμούς. Φυσικά χρειάζεται ακόμη περισσότερη έρευνα για να επιβεβαιωθεί περαιτέρω και να διερευνηθεί η σχέση μεταξύ μιας δίαιτας με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη και της κατάθλιψης, η οποία είναι μια σύνθετη, πολυπαραγοντική ασθένεια. Οι διατροφικές συνήθειες είναι μόνο ένας παράγοντας, όχι η μόνη αιτία. Επομένως, κατά την αξιολόγηση και τη διερεύνηση παραγόντων κινδύνου για κατάθλιψη, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ένα ολοκληρωμένο σύνολο παραγόντων.
Εντερική χλωρίδα και κατάθλιψη
Η εντερική χλωρίδα ρυθμίζει την εντερική δραστηριότητα και συμμετέχει στη ρύθμιση της κατάθλιψης, του άγχους και των αντιδράσεων στο στρες. Μια δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη μπορεί να διαταράξει τη μικροχλωρίδα του εντέρου, οδηγώντας σε κατάθλιψη. Μια βασική μελέτη έδειξε ότι τα ποντίκια που τρέφονταν με δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε φρουκτόζη (FruD) εμφάνισαν νευροφλεγμονή, μειωμένη νευρογένεση του ιππόκαμπου και βλάβη του αιματοεγκεφαλικού φραγμού (BBB), συνοδευόμενη από μειωμένα λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας που προέρχονται από το μικροβίωμα του εντέρου (SCFA) και ότι η χρόνια το άγχος επιδείνωσε αυτές τις παθολογικές αλλαγές, προάγοντας την ανάπτυξη συμπεριφοράς που μοιάζει με κατάθλιψη σε ποντίκια FruD. Μπορεί επίσης να αυξήσει τις αποκρίσεις στην ινσουλίνη, να προκαλέσει υπογλυκαιμία ή να αυξήσει την αντίσταση στην ινσουλίνη.
Η μελέτη μας αποκάλυψε αυξημένες πιθανότητες κατάθλιψης με αυξημένη διατροφική πρόσληψη ζάχαρης σε ενήλικες, αποδεικνύοντας ότι ο έλεγχος της τελευταίας μπορεί να είναι ευεργετικός στην πρόληψη της πρώτης. Τα ευρήματα προσφέρουν νέες ενδείξεις σχετικά με τον πιθανό αντίκτυπο της διατροφής στην κατάθλιψη. Ως εκ τούτου, μπορεί να δοθεί έμφαση στη μείωση της διατροφικής πρόσληψης ζάχαρης, βοηθώντας τον πληθυσμό να συνειδητοποιήσει τη σχέση μεταξύ διατροφής και ψυχικής υγείας. Με βάση τα αποτελέσματά μας, τα ιδρύματα υγείας και οι κυβερνητικές υπηρεσίες μπορούν να πραγματοποιούν διατροφική εκπαίδευση και δημοσιότητα, να διαμορφώνουν σχετικές πολιτικές και να παρέχουν καθοδήγηση στο κοινό για υγιεινό τρόπο ζωής. Η διατροφή πρέπει να συνδυαστεί με παρεμβάσεις ψυχικής υγείας για να αποφέρει καλύτερα αποτελέσματα.
Απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για τη διερεύνηση των υποκείμενων μηχανισμών και των πιθανών πλεονεκτημάτων από τον έλεγχο της διατροφικής πρόσληψης ζάχαρης σε ασθενείς με κατάθλιψη (Zhang et al, 2024).
Πόση ζάχαρη μπορούμε να καταναλώνουμε;
Σύμφωνα με την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρία (AHA, 2024), προκύπτουν οι εξής συστάσεις ως προς την καθημερινή πρόσληψη ζάχαρης από ενήλικες:
- Οι άνδρες δεν πρέπει να καταναλώνουν περισσότερα από 9 κουταλάκια του γλυκού (36 γραμμάρια ή 150 θερμίδες) πρόσθετης ζάχαρης την ημέρα.
- Για τις γυναίκες, ο αριθμός είναι μικρότερος: 6 κουταλάκια του γλυκού (25 γραμμάρια ή 100 θερμίδες) την ημέρα.
Πρέπει να το τονίσουμε δυο σημαντικά πράγματα:
1). Η ανωτέρω ποσότητα ζάχαρης ΔΕΝ αφορά αποκλειστικά τη ζάχαρη που προσθέτουμε στα διάφορα ροφήματα που καταναλώνουμε. Αφορά και την περιεκτικότητα σε ζάχαρη σε προϊόντα όπως το ψωμί, η μουστάρδα, τα δημητριακά και τα γαλακτοκομικά προϊόντα.
2). Οι παραπάνω ποσότητες δεν αφορούν όλο τον πληθυσμό και δεν σχετίζονται με καταστάσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπερχοληστεριναιμία, οι ηπατικές ασθένειες κοκ αλλά και γενικά το ατομικό ιστορικό της κάθε περίπτωσης.
Η ζάχαρη στο εμπόριο
Αν σας φαίνεται υπερβολικός ο αριθμός των κουταλιών γλυκού ζάχαρης τη μέρα και θεωρείτε ότι δύσκολα κάποιος μπορεί να το πιάσει, να αναφέρουμε ότι ένα κουτάκι coca cola περιέχει 10 κουταλάκια και ένα τυπικό ενεργειακό πότο επίσης 10 κουταλάκια ζάχαρης. Περισσότερη ή ίση ποσότητα ζάχαρης δηλαδή με μια σοκολάτα 100γρ. Επίσης, σε γιαούρτια με 0 ή 2% λίπος έχει βρεθεί ότι μπορεί να περιέχονται 11 κουταλάκια ζάχαρης. Η κέτσαπ περιέχει ανά μερίδα 1 κουταλάκι ζάχαρη. Οι μπάρες δημητριακών πρωτεΐνης περιέχουν περίπου 4 κουταλάκια ζάχαρης ανά τεμάχιο. Τέλος, τα σοκολατούχα γάλατα μπορεί να περιέχουν περίπου 3 κουταλάκια ζάχαρης ανά ποτήρι (250ml).
Επίλογος
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη μελέτη η αυξημένη κατανάλωση ζάχαρης οδηγεί σε κατάθλιψη. Η κατάθλιψη είναι ένα πολυπαραγοντικό θέμα ψυχικής υγείας και η θεραπεία αυτής δεν είναι μονοδιάστατη. Εκτός από την επίσκεψη σε ψυχολόγο, νευρολόγο ή/και ψυχίατρο η έρευνα αυτή μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι και η επιλογή συγκεκριμένων τροφών, αυτών δηλαδή που έχουν αυξημένη περιεκτικότητα σε ζάχαρη, μπορεί να αποτελέσει έναν ακόμα παράγοντα εμφάνισης κατάθλιψης. Η δυσκολία στον καταναλωτή είναι ότι δεν είναι πάντα εύκολο να διακρίνει αν ένα τρόφιμο έχει ζάχαρη κι αν τελικά η κατανάλωση ενός τέτοιου προϊόντος θα του δημιουργήσει πρόβλημα. Σε αυτή την περίπτωση ο διαιτολόγος γνωρίζει και την περιεκτικότητα των τροφίμων σε ζάχαρη και το ιστορικό του ασθενούς αλλά και μέσω του διαιτολογίου πόσο μπορεί να ρυθμίσει σε εβδομαδιαία ή μηνιαία βάση την κατανάλωση ζάχαρης. Από τη μια λοιπόν έχουμε την κατανάλωση γλυκών (είτε κέικ είτε του κουταλιού είτε μπισκότων είτε παγωτών είτε ροφημάτων είτε τέλος πάντων ό,τι περιέχει ζάχαρη) που μας βελτιώνει τη διάθεση. Από την άλλη όμως, είδαμε ότι η αυξημένη κατανάλωση προϊόντων που περιέχουν ζάχαρη μπορεί να οδηγήσει σε μια ασθένεια που χαρακτηρίζεται από μειωμένη διάθεση: Την κατάθλιψη. Όλα είναι θέμα ισορροπίας. Γι’ αυτό ο ρόλος του διαιτολόγου είναι κρίσιμος κι απαραίτητος όπως επίσης και ο ρόλος της μαζικής ενημέρωσης στο κοινό. Σαφώς απαιτούνται κι άλλες μελέτες σε διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες που να συνδέουν τη ζάχαρη με την κατάθλιψη.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
American Heart Association, (2024). “How much sugar is too much?”. [online], [Ημερομηνία πρόσβασης: 5 Μάρτη]. Διαθέσιμο στο: https://www.heart.org/en/healthy-living/healthy-eating/eat-smart/sugar/how-much-sugar-is-too-much
Zhang, L., Sun, H., Liu, Z., Yang, J. & Liu, Y ( 2024). Association between dietary sugar intake and depression in US adults: a cross-sectional study using data from the National Health and Nutrition Examination Survey 2011–2018. BMC Psychiatry, 24 (110), doi: https://doi.org/10.1186/s12888-024-05531-7.
Λεοντίου Κωνσταντίνος
Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, MSc